ξεθρακουνιάζω

ξεθρακουνιάζω
βλ. ξεθρακίζω.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ξεθρακίζω — και ξεθρακιάζω και ξεθρακουνιάζω ανακατεύω τα κάρβουνα για να έλθουν στην επιφάνεια εκείνα που βρίσκονται στη στάχτη για να δυναμώσει η φωτιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ξ(ε) * + θράκα] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”